Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2010

ΛΥΚΟΣ ΣΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ

Μια φορά κι ένα καιρό, σε ένα ημιορεινό  χωριό στη βορειοανατολική   Αττική, ζούσαν  δυο αγροτικές οικογένειες. Και αγροτικές οικογένειες,  με τα όλα τους. Mε τα γιδοπρόβατα και τα αμπελοχώραφά τους, με τις αγελάδες τους και τα πουλερικά τους, με τους μπαξέδες και τα ελαιόδεντρά τους. Oι μεγαλύτεροι γιοι των οικογενειών, ήταν ταγμένοι στην καλλιέργεια της γης, κι οι μικρότεροι , ξεκινούσαν την κοινωνικοποίησή τους, απ΄τη βοσκή των κοπαδιών. Τα καμάρια των δυο οικογενειών ωστόσο, ήταν τα δυο μικρότερα παιδιά τους. Τα σογγάρια τους: Ο Κωστίκας κι ο Γιωρίκας!
Σογγάρια,  που  απ΄τις εποχές του δημοτικού σχολείου τους ακόμα,  ακολουθούσαν καμιά φορά  - κάτι σαν σχολικές εκδρομές ας πούμε- τα μεγαλύτερα αδέρφια τους , που ξεποδαριάζονταν  βόσκοντας τα κοπάδια τους, από την Eκάλη ίσαμε την Ραφήνα κι από το Kαστρί ίσαμε  τη  Λούτσα.  Για να εξασφαλίζουν το φρέσκο χορταράκι για τα ζωντανά τους. 
Μόλις η μια οικογένεια ανακήρυξε πρόεδρο της  φαμίλιας  της,  τον  νεανία Κωστίκα,  εντελώς συμπτωματικά, το ίδιο έκανε και η άλλη οικογένεια  με τον Γιωρίκα. Μόνο που ο Γιωρίκας ήταν πρόεδρος υπό... αναστολή. Μέχρι να πεθάνει ο προηγούμενος, ισόβιος πρόεδρος. 
Συμπτωματικά επίσης, τα δυο σογγάρια των οικογενειών, είχαν  εμφανίσει παιδιόθεν, και μια διαολεμένη ευκολία στις μυθοπλασίες. Οι φαμίλιες τους κι οι μπιστικοί τους, πίστευαν πως αυτά τα δυο παιδιά, είχαν από γεννησιμιού τους,  εξασφαλισμένη την πολιτική τους σταδιοδρομία. 
Δεν ήθελαν και  πολύ για να το εμπεδώσουν  κι οι νεανίες. Κι άρχισαν  τα παιγνίδια και τα βαφτίσια: Τους τσομπαναραίους τους αποκαλούσαν υπουργούς. Και τους μπιστικούς, υφυπουργούς.  Τις στάνες τις βάφτισαν Υπουργεία και τα μεγαλύτερα μαντριά,  Συνασπισμούς.  Τις προβατίνες τις  έβλεπαν σαν μέλη και  τα κριάρια,  σαν στελέχη.  Ενώ τα μεγαλύτερα κοπάδια του λόγγου τα έβλεπαν σαν κόμματα.Το άρμεγμα το έλεγαν φορολογία. Και την σύναξη των τσοπαναραίων,  την έλεγαν Υπουργικό Συμβούλιο.
Αφού ξεχώρισαν και οι  νεανίες  στις τέχνες και τα γράμματα στα σχολειά της περιοχής τους, στάλθηκαν απ΄τις φαμίλιες τους στο εξωτερικό για να σπουδάσουν. Κι ύστερα από κάμποσα χρόνια,  ξαναγύρισαν στην πατρίδα. 
Εφαρμόζοντας,  νέες ιδέες στις καλλιέργειες και την κτηνοτροφία. Το πρώτο πράγμα που φρόντισαν και πήραν μόλις γύρισαν στην πατρίδα,  ήταν τα δάνεια απ΄την τράπεζα. Κι αμέσως μετά,  αναδιοργάνωσαν και τις οικοτεχνίες τους σε βιομηχανίες. Παίρνοντας: οικονομικούς μετανάστες-μπιστικούς στη δούλεψή τους,   τρακτέρια και τζιπ, στήνοντας και δίπλα στις κλασικές ποτίστρες και μερικές ...μοντέρνες πισίνες. Και εξελίχτηκαν,  σε μεταμοντέρνους αγρότες. Κάτι που έκαναν κι όλοι οι υπόλοιποι τσοπαναραίοι του λόγγου.
Με τους έμμισθους  μπιστικούς να ιδροκοπάνε ολημερίς, και με τα προεδρόπαιδα να  περνάνε μόνο για έλεγχο απ΄ τα βοσκοτόπια και αυτό, που και που. Σ΄όλα τα αγροτικά μπλόκα όμως, έδιναν ανελλιπώς το  παρών! Aλλά και μερικά χούγια της νιότης  τους, δεν τα απαρνήθηκαν.
Μαζί με κάμποσα ακόμα σκατόπαιδα της παρέας τους,  κάθε τρεις και λίγο, αναστάτωναν τις γύρω στάνες ,  βγάζοντας σπαρακτικά ουρλιαχτά,  πως τα κοπάδια τους κυκλωνόταν απ' τους λύκους. 
Κι έτσι, κατάφερναν και συγκέντρωναν κοντά τους, όλους τους κτηνοτρόφους της περιοχής, για να τρέψουν από κοινού σε φυγή, τον αιμοβόρο λύκο... Aλλά λύκο άκουγαν και λύκο δεν έβλεπαν οι υπόλοιποι καλοκάγαθοι γείτονες. Και όλο και λιγόστευαν,  εκείνοι που έδιναν το παρόν, στο  κάθε επόμενο "βοήθεια".
Μεγαλώνοντας  τα προεδρόπαιδα,   έπεσαν με τα μούτρα στην πολιτική. 
Eπειδή  όμως και για όσο σπούδαζαν στο εξωτερικό, είχαν αρχίσει να αποκτούν χρήμα και δύναμη κι οι μπιστικοί,  τα προεδρόπαιδα, διέσπασαν με διαβολές την συνοχή της νέας τάξης των μπιστικών, που λούφαξαν για κάμποσο καιρό.  
Kαι όταν θα ερχόταν το πλήρωμα του χρόνου, θα επανένωναν- έτσι πίστευαν τα προεδρόπαιδα- όλους τους μπιστικούς, τους τσοπαναραίους και τα κοπάδια τους,  υπό την ηγεσία τους. Όλα έμοιαζαν -φαινομενικά- όπως παλιά .
Καθορίζοντας  ωστόσο και τις τιμές των προϊόντων ,  που παρήγαγαν οι  δουλευταράδες μπιστικοί -που λίγο μόλις νωρίτερα δεν είχαν στον ήλιο μοίρα-  κρατούσαν και τους μπιστικούς υπό έλεγχο.
Oι προεδρο-θρεμμένοι  αρχηγοί, συμπεριφέρονταν στα κοπάδια τους, όπως ακριβώς ήξεραν, απ' τα παλιά καλά χρόνια. Των προγόνων. Αλλά τα παιδικά τους απωθημένα, από κοινού με τα οικογενειακά τους βιώματα  και  με τον: "λύκο στα πρόβατα", συχνά-πυκνά, τους γαργαλούσαν. Tώρα μάλιστα που είχαν και κάμποσες εκατοντάδες χιλιάδες αμνούς-όμηρους στα πόδια  τους, είχαν απεριόριστες ευκαιρίες για τα ανόητα παιγνίδια τους. Αντικαθιστώντας τους εθελοντές του χθες,  με  πληρωμένους παρατρεχάμενους του σήμερα και συνεχίζοντας  την κακογουστιά και τη φάρσα του: "λύκος στα πρόβατα".
O πρώτος που πέρασε στην εφαρμοσμένη πολιτική αυτή την παλιά πετυχημένη συνταγή, ήταν ο μεγαλύτερος απ΄τα προεδρόπαιδα  ο Κωστίκας. Aυτός, είχε πρώτος απ' όλη την σκατοπαρέα του και την αγαθή τύχη, να ανακηρυχθεί και πρώτος πολίτης της Καψόχωρας. 
Eπί τέσσερα χρόνια, ακολουθώντας την δοκιμασμένη πρακτική, την έβγαλε κοτσάνι. Kαι οι καλοί του -κατά τη γνώμη του- φίλοι, προσέτρεχαν στο κάθε του νεύμα, για να αντιμετωπίσουν το... λύκο. Τον μεταλλαγμένο λύκο της εποχής. Με κοστούμι  και γραβάτα αυτή τη φορά.
Κι όπως οι γραμματικοί του πληροφορούσαν και από την τηλεόραση πλέον  τους μπιστικούς οι λύκοι, όλο και πλήθαιναν στο εσωτερικό της αστικής Αττικής, αλλά και όταν οι ...λαθροκυνηγοί τους πελεκούσαν, τότε οι παρατρεχάμενοι του Κωστίκα, ανακάλυπταν  καινούριους λύκους. Ακροβολισμένους στα σύνορα της Καψόχωρας. Έτοιμους  να κάνουν γης-μαδιάμ την ενδοχώρα. Οπότε και συσπείρωναν  όλα τα κοπάδια,  στην αντιμετώπιση του αόρατου πάντα λύκου. 
Ο Γιωρίκας ήταν πάντα πρόθυμος να βοηθήσει τον Κωστίκα.  Ή  τουλάχιστον αυτό δήλωνε. Σπουδάζοντας παράλληλα και τα χούγια  του .
Eίχε κριθεί μάλιστα τόσο αποτελεσματικός αυτός ο τρόπος της αντιμετώπισης των λύκων απ΄τον Κωστίκα, σε σημείο που ο λαός, του έδωσε μια ακόμα θητεία, για τη χρηστή διαχείριση των....λύκων του. 
Ξεχνώντας κι ο ίδιος από κάποιο σημείο και μετά το πρόβλημα των λύκων,  ο πρόεδρος  Κωστίκας έπληττε πλέον από ανία. Tότε λοιπόν του ήρθε η φαεινή ιδέα, να βαφτίσει σε λύκους, όλους όσους δεν προσέτρεχαν χωρίς αντιρρήσεις, στις εκάστοτε κραυγές του. Μα  μέρα με τη μέρα, αυγάταιναν αυτοί οι δύσπιστοι.
Ώσπου κάποτε, αυτονομήθηκαν κι οι δύσπιστοι  και οργανώθηκαν σε τέτοιο βαθμό, σε σημείο που να λοιδορούν απροκάλυπτα, τις κραυγές αγωνίας του μεγάλου τους προέδρου.  Και το διατύπωναν πλέον ανοιχτά. Kήρυξαν μάλιστα και την δική τους ανένδοτη επανάσταση, για την αλλαγή. Πρωτεργάτης της εξέγερσης,  δεν θα μπορούσε να είναι κανείς άλλος,  εκτός από τον  Γιωρίκα!
O αγώνας του Γιωρίκα ήταν μακρύς και υπομονετικός. Kαι σε κάποια στιγμή, οι επαναστάτες του,  δρασκέλισαν τους μαντρότοιχους και εγκαταστάθηκαν μέσα στα μαντριά.  Του Κωστίκα!  Κι  οι  ελάχιστοι εναπομείναντες μονόλυκοι  του περιβάλλοντος του Κωστίκα, προτίμησαν κοντά τους να εξημερωθούν και να ταχθούν στη δούλεψή τους.
Μα μόλις ανανέωσαν τη θητεία τους σαν τσοπανόσκυλα  έπεισαν και τα υπόλοιπα  τσοπανόσκυλα του Γιωρίκα, να  καταφεύγουν  χωρίς παρεκκλίσεις, στην δοκιμασμένη συνταγή των  κακών λύκων που  πάντα έπιανε. Κάτι δεν είχαν λογαριάσει καλά όμως: Την οικολογική συνείδηση των κοπαδιών, που στο μεταξύ,  είχε αναπτυχθεί υπερβολικά! Και  τα πρόβατα, δε φοβόντουσαν πλέον τους λύκους. Τώρα μάλιστα που απειλήθηκε και το είδος του λύκου με εξαφάνιση... 
Τα τσομπανόσκυλα-παλιά και νέα- σάστισαν μπροστά σ' αυτή την ανεπιθύμητη οικολογική μεταστροφή των προβάτων  και κήρυξαν  εξ ανάγκης, το είδος του λύκου υπό προστασία. Έτσι, οριοθέτησαν εθνικούς δρυμούς και περιχαράκωσαν μέσα, τους λύκους,  με ελεγχόμενες συνθήκες αναπαραγωγής και εξάπλωσης του υπό εξαφάνιση λύκου.
Θέλοντας να ξεχωρίσει  όμως ο Γιωρίκας,  υπέκυψε γρήγορα  στον πειρασμό και αντικατέστησε τα πιστά τσοπανόσκυλα,  με κάποιους μεταλλαγμένους,  αλλά και πάντα αιμοβόρους λύκους, βάζοντάς τους να φυλάνε το κοπάδι.
Τότε ακριβώς ήταν,  που οι γραμματικοί του Γιωρίκα, εφεύραν και ...πληροφόρησαν το λαό για την ύπαρξη των ...λυκανθρώπων! Που  τους περικύκλωναν.  Κι αυτοί οι λυκάνθρωποι, δεν ήταν άλλοι, παρά κάποιοι  που ζητούσαν πίσω τα δανεικά του χθες. Δανεικά με τα οποία ζούσαν  και κουμαντάριζαν και τους άλλους τσοπαναραίους κι οι πρόγονοί τους.
Oι λυκάνθρωποι αυτοί, άλλοτε φορούσαν την λεοντή του λύκου και στραγγάλιζαν στη ζούλα και  κανά δυο προβατάκια  και άλλοτε πάλι μαλάκωναν και αρκούνταν στα αποφάγια των τσομπαναραίων. 
Kαι οι μήνες περνούσαν και περνούσαν και περνούσαν. Η εξαφάνιση των λύκων όμως, έφερε στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας,  ένα άλλο σαρκοβόρο. Πιο πονηρό, πιο ευέλικτο και πιο κοινωνικό: Τις αλεπούδες!
Που έκαμναν ανίερες συμμαχίες με τους γειτόνους τους. Και οργάνωναν τις φωλιές και τα καταφύγιά τους. 
Έκτιζαν τα φτωχικά  νοικοκυριά τους  με τα δικά τους φτωχικά μέσα και κατάφερναν και ξεσήκωναν και τις παγκόσμιες οικολογικές οργανώσεις,  στα όποια δίκια τους. Αληθινά η κατασκευασμένα.   Εξασφαλίζοντας και την υποστήριξή τους, απέναντι στους υποθετικά, δυνατότερους, πιο καλά οπλισμένους και ιστορικά ..αιμοβόρους, έλληνες γειτόνους. 
Με τις  γνώμες του παγκόσμιου οικολογικού κινήματος , να είναι σταθερά μεροληπτικές εναντίον του Γιωρίκα και της  επικράτειάς  του. Και υπέρ των αδύνατων...αλεπούδων!
Oι αλεπούδες, ζήτησαν νομιμοποίηση των αυθαίρετων φωλιών τους και την εξασφάλισαν εύκολα. Tι και αν μας άφηναν τις κοπριές τους τους στο μπαλκόνι μας; Θα έπρεπε να τις  καθαρίζουμε. Εμείς ήμασταν οι ισχυροί εξάλλου. Και πρόβλημα που λυνόταν με λεφτά, δεν ήταν καθόλου πρόβλημα. Xρήματα άλλωστε, μας δάνειζαν από κοινού  με τις αλεπούδες και οι προστάτες ....οικολόγοι των αλεπούδων. Μέχρι να έρθει κι η σειρά των αλεπούδων...
 Zήτησαν οι αλεπούδες όνομα και σχέδιο πόλεως για τα αυθαίρετά  τους και οι διεθνείς ...πολεοδομίες, τσακίστηκαν για να τους το παρέχουν. 
Zήτησαν πρόσβαση στη θάλασσα κι οι άλλοι ξεσκίστηκαν για να βρούν μια  λύση. Σ΄ολα ναι τους έλεγαν. Με τους Καψοχωρίτες, αδύναμους να αντιδράσουν...Αφού κι οι ντόπιοι περιβαλλοντολόγοι του Γιωρίκα,  ήταν  απορροφημένοι με το κυνήγι των λύκων...
Αποπροσανατολίζοντας και  τα κοπάδια, απ' την πραγματική απειλή, των εξημερωμένων και οικόσιτων αυτή τη φορά  λυκανθρώπων. 
Αν και κάπου-κάπου, για την τιμή των όπλων και μόνο όμως,   κατέφευγαν και στις παλιές και καλές συνταγές, των κραυγών και των υπομνήσεων: "λύκος στα πρόβατα" κερδίζοντας χρόνο...
Tα αποκηρυγμένα πιστά τσομπανόσκυλα, ζευγάρωσαν κάποτε με τους λύκους που ξέφυγαν απ΄τους εθνικούς δρυμούς και απομονώθηκαν στα βουνά και εμφανίσθηκαν και οι πρώτοι απόγονοι. Kαι στον γενετικό ορίζοντα, άρχισαν να εμφανίζονται και οι πρώτες ανεξέλεγκτες αγέλες, των ιθαγενών και ημίαιμων λυκόσκυλων. Που διακρίνονταν απ΄ την αγριότητα του λύκου, αλλά και απ΄την πίστη τους, για το αιώνιο αφεντικό του σκύλου: τον τσομπάνη. 
Tο πρόβλημα που εμφανίστηκε αυτή τη φορά, είχε να κάνει  με την ταυτότητα του τσοπάνη. Γιατί αν κι απ΄τους λόγγους χάθηκαν τα κοπάδια, το μόνο που διέθετε σε επάρκεια η ράτσα, ήταν οι  τσιφλικάδες-τσομπαναραίοι. Με το δικό του θεό ο καθένας!
Μοιραία, σε κάποια στιγμή θα χανόταν  και ο έλεγχος αυτών των ημίαιμων. Aυτά- και καθαρά για την επιβίωσή τους πλέον- συγκροτούσαν συν τω χρόνω, αγέλες αδέσποτων και λυμαίνονταν τα σκουπίδια και τις γειτονιές, αλλά και πελεκούσαν και κάθε ξεστρατισμένο πρόβατο απ' το κοπάδι.
Tότε ήταν λοιπόν που οι τσοπαναραίοι , έβαλαν σε εφαρμογή την πρακτική του μπόγια. Kαι επιδόθηκαν μετά μανίας, στην εξαφάνιση,  αυτής της ατίθασης και ανυπότακτης ράτσας. Tα ημίαιμα με τη σειρά τους, πήραν το δρόμο της προσφυγιάς και στρατεύτηκαν σε στρατούς, που διατηρούσαν ακόμα ιδανικά, αξίες και σημαίες, για να πολεμήσουν επιτέλους για κάτι. Kαι οι ντόπιοι  στρατηγοί, απαρφανίζονταν απ' τους στρατούς τους.  Διαπιστώνοντας πως ισχυροί,  ήταν πλέον μόνο στα χαρτιά!
Όταν κάποτε ξέσπασαν και οι αναπόφευκτοι πόλεμοι και οι τσομπαναραίοι έπρεπε να οδηγήσουν τα κοπάδια στις γραμμές της αντιπαράθεσης, διαπίστωσαν με τρόμο πως τους έλειπαν οι καταδρομείς τους:  τα τσομπανόσκυλα.  
Τους έλειπαν βέβαια και τα χθεσινά βοσκοτόπια,  για τους ανεφοδιασμούς των κοπαδιών τους.
Και ξεχώριζαν σαν τη μύγα μέσα στο γάλα, ανάμεσα στα καμένα  ορεινά λιβάδια.  Με τις πηγές τους, στερεμένες.
Μα κι  οι λυκάνθρωποι απ' την μεριά τους, βρήκαν την ώρα να απαγκιάσουν κατά τα γονίδια  του λύκου. Kαι στον αυλόγυρο, έμειναν οι αλεπούδες της περιφοράς , κάμνοντας  επίδειξη δυνάμεων. Προετοιμασμένες μάλιστα, χρόνο με το χρόνο, γι αυτή τη μοναδική  στιγμή. 
Tα κοπάδια, ξαναγύριζαν άκαπνα στα χειμαδιά τους απ΄τα μέτωπα και οι τσομπαναραίοι, οχυρωμένοι πίσω απ' τα ένδοξα γυάλινα τείχη των τηλεοράσεων, προσπαθούσαν με τρεμάμενη φωνή απ΄τα κινητά να ουρλιάξουν, προς ιθαγενείς και φιλέλληνες:
"Λύκος στα πρόβατα μωρέ".
Με τα εντελώς αδιάφορα, πρόβατα , να αλλάζουν  κανάλι στις τηλεοράσεις στα χειμαδιά τους,  ασχολούμενα με τα μεσημεριανά life-style και  ρίχνοντας μερικές κλεφτές ματιές,  στους δείκτες  του χρηματιστηρίου. Της ...Ελβετίας! 




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου